Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

τίϑεσϑαι τὰ ὅπλα

См. также в других словарях:

  • όπλο — Κάθε μέσο κατασκευασμένο για να χρησιμοποιηθεί για το κυνήγι, για τον πόλεμο ή για την προσωπική άμυνα. Στους πρωτόγονους πληθυσμούς, τα εργαλεία και τα ό. δεν διαφέρουν ουσιαστικά: τα αμύγδαλα, για παράδειγμα, μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν και… …   Dictionary of Greek

  • τίθημι — ΝΜΑ (μέσ. παθ.) τίθεμαι τοποθετούμαι νεοελλ. (κυρίως σε φρ.) α) «τίθεμαι επικεφαλής» i) μπαίνω πρώτος στη σειρά ii) μτφ. γίνομαι αρχηγός, προΐσταμαι β) «τίθεμαι επί ποδός» δραστηριοποιούμαι, κινητοποιούμαι γ) «τίθεμαι επί το έργον» καταπιάνομαι… …   Dictionary of Greek

  • облежати — ОБЛЕЖ|АТИ (14), ОУ, ИТЬ гл. 1.Окружать, располагаться вокруг чегол.: и приде Стш҃ѧ и Путѧта. авгу(с) въ •е҃• д҃нь Дв҃довы(м) воемъ ѡблежащи(м) гра(д). в полуд҃нье Дв҃дови спѧщю. и нападоша на нь. и почаша сѣчи. ЛЛ 1377, 91 об. (1097). 2. Быть… …   Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»